Συλλογικά στα ισλανδικά
Μετάφραση: συλλογικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sameiginlega, saman, sameiningu, í sameiningu, samanlagt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογικά
συλλογικά όργανα δημοσίου, συλλογικά όργανα οτα, συλλογικά δίκτυα διαχείρισης νερού, συλλογικά όργανα διοίκησης, συλλογικά ουσιαστικά, συλλογικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συλλογικά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συλλαμβάνω στα ισλανδικά - handtaka, hald, tak, NAB
- συλλογίζομαι στα ισλανδικά - cogitate
- συλλογικός στα ισλανδικά - samvirkur, sameiginlega, sameiginlegar, sameiginleg, um sameiginlega, sameiginlegt
- συλλογισμός στα ισλανδικά - reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, röksemdafærsla
Τυχαίες λέξεις
Συλλογικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sameiginlega, saman, sameiningu, í sameiningu, samanlagt
Μεταφράσεις: sameiginlega, saman, sameiningu, í sameiningu, samanlagt