Συμπιεστής στα ισλανδικά
Μετάφραση: συμπιεστής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þjöppu, þjappa, þjöppunni, þjappan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπιεστής
συμπιεστής ψυγείου, συμπιεστής a c αυτοκινητων, συμπιεστής απορριμμάτων, συμπιεστής κλιματιστικού, συμπιεστήσ ελατηρίων αμορτισέρ, συμπιεστής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συμπιεστής στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συμπεριφορά στα ισλανδικά - tilburðir, afstaða, framferði, far, hegðun, atferli, sjálfsvígshegðun
- συμπιέζω στα ισλανδικά - þjappa, að þjappa, þjappað
- συμπλέκομαι στα ισλανδικά - scrimmage
- συμπλήρωμα στα ισλανδικά - viðbót, fæðubótarefni, viðbótar, viðauki, álag
Τυχαίες λέξεις
Συμπιεστής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þjöppu, þjappa, þjöppunni, þjappan
Μεταφράσεις: þjöppu, þjappa, þjöppunni, þjappan