Συμπιεστής στα τσεχικά

Μετάφραση: συμπιεστής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kompresor, kompresoru, kompresorové, kompresory, kompresorů
Συμπιεστής στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπιεστής

συμπιεστής ψυγείου, συμπιεστής a c αυτοκινητων, συμπιεστής απορριμμάτων, συμπιεστής κλιματιστικού, συμπιεστήσ ελατηρίων αμορτισέρ, συμπιεστής λεξικό γλώσσας τσεχικά, συμπιεστής στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • συμπεριφορά στα τσεχικά - jednání, provádět, spravovat, stanovisko, vodit, názor, řídit, ...
  • συμπιέζω στα τσεχικά - sevřít, stisknout, slisovat, zhušťovat, obklad, náčinek, zhustit, ...
  • συμπλέκομαι στα τσεχικά - hádka, výtržnost, rvačka, scrimmage, mlýn
  • συμπλήρωμα στα τσεχικά - připojený, přídavek, přidělený, doplňovat, dodatek, pomocník, vedlejší, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπιεστής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: kompresor, kompresoru, kompresorové, kompresory, kompresorů