Συναινώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: συναινώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samþykki, samþykkis, samþykki sitt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναινώ
συναινώ συνώνυμο, συναινώ για, συναινώ ετυμολογία, συναινώ βικιλεξικο, δεν συναινώ, συναινώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συναινώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συναθροίζομαι στα ισλανδικά - örtröð, forgather
- συναθροίζω στα ισλανδικά - safna, að safna, saman, afla, safnast
- συναισθηματικός στα ισλανδικά - tilfinningalega, tilfinningaleg, tilfinningalegt, tilfinningalegum, tilfinningalegan
- συναλλαγή στα ισλανδικά - viðskipti, Viðskiptin, viðskipta, Kaupin, færslu
Τυχαίες λέξεις
Συναινώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samþykki, samþykkis, samþykki sitt
Μεταφράσεις: samþykki, samþykkis, samþykki sitt