Συναινώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: συναινώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beleegyezés, hozzájárulás, hozzájárulása, hozzájárulásával, beleegyezése
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναινώ
συναινώ συνώνυμο, συναινώ για, συναινώ ετυμολογία, συναινώ βικιλεξικο, δεν συναινώ, συναινώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συναινώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συναθροίζομαι στα ουγγρικά - összejön, összegyűlik
- συναθροίζω στα ουγγρικά - gyűjt, gyűjteni, összegyűjteni, összegyűjti, gyűjtsön
- συναισθηματικός στα ουγγρικά - érzelmi, emocionális, az érzelmi, lelki, érzelmes
- συναλλαγή στα ουγγρικά - megkötés, tranzakció, ügylet, tranzakciós, ügyleti, tranzakciót
Τυχαίες λέξεις
Συναινώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: beleegyezés, hozzájárulás, hozzájárulása, hozzájárulásával, beleegyezése
Μεταφράσεις: beleegyezés, hozzájárulás, hozzájárulása, hozzájárulásával, beleegyezése