Συνεπώς στα ισλανδικά
Μετάφραση: συνεπώς, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þar af leiðandi, leiðandi, af leiðandi, því, sökum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεπώς
συνεπώσ περιφέρεια, συνεπώς συνώνυμο, συνεπώσ αγγλικά, συνεπώς στα αγγλικά, συνεπώς συνώνυμα, συνεπώς λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεπώς στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συνεπής στα ισλανδικά - ábyggilegur, áreiðanlegur, samræmi, í samræmi, samkvæmur, samræmist, stöðug
- συνεπαίρνω στα ισλανδικά - aðflutningur, ertir
- συνεργάζομαι στα ισλανδικά - vinna, samstarf, vinna saman, samvinnu, samstarfi
- συνεργάσιμος στα ισλανδικά - samstarfsverkefni, samstarf, samvinnu, samvinnufélag, samvinnufélagsins
Τυχαίες λέξεις
Συνεπώς στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þar af leiðandi, leiðandi, af leiðandi, því, sökum
Μεταφράσεις: þar af leiðandi, leiðandi, af leiðandi, því, sökum