Σύσπαση στα ισλανδικά
Μετάφραση: σύσπαση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samdráttur, samdrætti, samdrátturinn, samdráttar, samdrátt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύσπαση
σύσπαση κάτω βλεφάρου, σύσπαση των μυών, σύσπαση μήτρας, σύσπαση ματιού, σύσπαση dupuytren, σύσπαση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σύσπαση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σύρσιμο στα ισλανδικά - draga, að draga, með því að draga, því að draga, dragging
- σύσκεψη στα ισλανδικά - umhugsun, Yfirvegun
- σύστημα στα ισλανδικά - kerfi, kerfið, kerfisins, kerfinu
- σύφιλη στα ισλανδικά - sárasótt, sýfilis, Sárasótt
Τυχαίες λέξεις
Σύσπαση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samdráttur, samdrætti, samdrátturinn, samdráttar, samdrátt
Μεταφράσεις: samdráttur, samdrætti, samdrátturinn, samdráttar, samdrátt