Σύσπαση στα λιθουανικά

Μετάφραση: σύσπαση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spazmas, mėšlungis, susitraukimas, susitraukimo, sumažėjimas, susitraukimą, sumaž ÷
Σύσπαση στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύσπαση

σύσπαση κάτω βλεφάρου, σύσπαση των μυών, σύσπαση μήτρας, σύσπαση ματιού, σύσπαση dupuytren, σύσπαση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σύσπαση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σύρσιμο στα λιθουανικά - šliaužti, lįsti, vilkimas, vilkdami, velkant, Paleidžiant, Przeciągnięcie
  • σύσκεψη στα λιθουανικά - lyga, konferencija, apdairumas, svarstymas, svarstymai, svarstymo
  • σύστημα στα λιθουανικά - sistema, organizavimas, tinklas, sistemos, sistemą, system
  • σύφιλη στα λιθουανικά - sifilis, sifilio, sifiliu, sifilį
Τυχαίες λέξεις
Σύσπαση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: spazmas, mėšlungis, susitraukimas, susitraukimo, sumažėjimas, susitraukimą, sumaž ÷