Σύσπαση στα τούρκικα

Μετάφραση: σύσπαση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kramp, daralma, kasılma, kontraksiyon, daralmanın, kasılması
Σύσπαση στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύσπαση

σύσπαση κάτω βλεφάρου, σύσπαση των μυών, σύσπαση μήτρας, σύσπαση ματιού, σύσπαση dupuytren, σύσπαση λεξικό γλώσσας τούρκικα, σύσπαση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σύρσιμο στα τούρκικα - sürünmek, sürükleme, sürükleyerek, sürüklemek, sürüklenmesi
  • σύσκεψη στα τούρκικα - müzakere, danışma, görüşülmesi, müzakeresi, görüşmeden
  • σύστημα στα τούρκικα - düzenleme, sistem, sistemi, Sisteme, sisteminin
  • σύφιλη στα τούρκικα - frengi, sifiliz, sifilis, sifilizin
Τυχαίες λέξεις
Σύσπαση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kramp, daralma, kasılma, kontraksiyon, daralmanın, kasılması