Τεκμηριώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: τεκμηριώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tekmiriono
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεκμηριώνω
τεκμηριώνω συνώνυμο, τεκμηριώνω english, τεκμηριώνω λεξικο, τεκμηριώνω στα αγγλικα, τεκμηριώνω συνώνυμα, τεκμηριώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τεκμηριώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τεζάρω στα ισλανδικά - drepast, deyja, þenja, tezaro
- τεκμηρίωση στα ισλανδικά - skjöl, gögn, Documentation, handbækur, skjölin
- τελείωμα στα ισλανδικά - ljúka, klára, gat ekki klárað, lok, ljúka við
- τελείως στα ισλανδικά - alveg, algjörlega, fullkomlega, algerlega, fullu
Τυχαίες λέξεις
Τεκμηριώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: tekmiriono
Μεταφράσεις: tekmiriono