Τεκμηριώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: τεκμηριώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tekmiriono
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεκμηριώνω
τεκμηριώνω συνώνυμο, τεκμηριώνω english, τεκμηριώνω λεξικο, τεκμηριώνω στα αγγλικα, τεκμηριώνω συνώνυμα, τεκμηριώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, τεκμηριώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τεζάρω στα τούρκικα - ölmek, germek, gerinmek, uzatmak, uzamak, tezaro
- τεκμηρίωση στα τούρκικα - belgeleme, dokümantasyon, belgeleri, belgeler, belge
- τελείωμα στα τούρκικα - bitirmek, bitiş, kaplama, finiş, yüzey
- τελείως στα τούρκικα - tamamen, tam, tümüyle, tam olarak, tamamıyla
Τυχαίες λέξεις
Τεκμηριώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tekmiriono
Μεταφράσεις: tekmiriono