Τεκμηριώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: τεκμηριώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tekmiriono
Τεκμηριώνω στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τεκμηριώνω

τεκμηριώνω συνώνυμο, τεκμηριώνω english, τεκμηριώνω λεξικο, τεκμηριώνω στα αγγλικα, τεκμηριώνω συνώνυμα, τεκμηριώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, τεκμηριώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τεζάρω στα ιταλικά - stendere, morire, stirare, espandere, tendere, distendere, stiracchiare, ...
  • τεκμηρίωση στα ιταλικά - giustificazione, discolpa, documentazione, la documentazione, documentazione di, documenti, di documentazione
  • τελείωμα στα ιταλικά - ultimazione, compimento, finitura, rivestimento, finale, fine, finiture
  • τελείως στα ιταλικά - assolutamente, completamente, tutto, del tutto, totalmente, interamente
Τυχαίες λέξεις
Τεκμηριώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: tekmiriono