Τεκμηριώνω στα πολωνικά

Μετάφραση: τεκμηριώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uzasadniać, udowodnić, uzasadnić, tekmiriono
Τεκμηριώνω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τεκμηριώνω

τεκμηριώνω συνώνυμο, τεκμηριώνω english, τεκμηριώνω λεξικο, τεκμηριώνω στα αγγλικα, τεκμηριώνω συνώνυμα, τεκμηριώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, τεκμηριώνω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τεζάρω στα πολωνικά - natężać, zdychać, strefa, ginąć, umrzeć, mrzeć, wyprostować, ...
  • τεκμηρίωση στα πολωνικά - dosuwanie, wyjustowanie, justunek, motywacja, uzasadnienie, usprawiedliwienie, justowanie, ...
  • τελείωμα στα πολωνικά - spełnienie, wypełnienie, sfinalizowanie, zakończenie, zrealizowanie, ukończenie, uzupełnienie, ...
  • τελείως στα πολωνικά - całkowicie, oczywiście, rzeczywiście, absolutnie, koniecznie, niepodzielnie, bezwarunkowo, ...
Τυχαίες λέξεις
Τεκμηριώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: uzasadniać, udowodnić, uzasadnić, tekmiriono