Τεκμηριώνω στα φινλανδικά
Μετάφραση: τεκμηριώνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tukea, vahvistaa, todentaa, tekmiriono
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεκμηριώνω
τεκμηριώνω συνώνυμο, τεκμηριώνω english, τεκμηριώνω λεξικο, τεκμηριώνω στα αγγλικα, τεκμηριώνω συνώνυμα, τεκμηριώνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τεκμηριώνω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- τεζάρω στα φινλανδικά - rikkoontua, ponnistaa, venyä, arpanoppa, arpakuutio, venyttää, väli, ...
- τεκμηρίωση στα φινλανδικά - vanhurskauttaminen, perustelu, oikeutus, dokumentointi, asiakirjat, asiakirjojen, asiakirjoja, ...
- τελείωμα στα φινλανδικά - täydellistymä, viimeistely, tulevan, maali, maali pelaajalta, english
- τελείως στα φινλανδικά - ratki, täysin, ehdottomasti, vallan, kokonaan, täydellisesti, aivan
Τυχαίες λέξεις
Τεκμηριώνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tukea, vahvistaa, todentaa, tekmiriono
Μεταφράσεις: tukea, vahvistaa, todentaa, tekmiriono