Ύφεση στα ισλανδικά
Μετάφραση: ύφεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samdráttur, samdrætti, lægð, kreppan, efnahagslægðin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύφεση
ύφεση λεξικό, ύφεση 1 1, ύφεση ορισμός, ύφεση 2014, ύφεση στην ελλάδα, ύφεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ύφεση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ύφανση στα ισλανδικά - vefnaður, Weaving, vefnaði, vefa, vefnað
- ύφασμα στα ισλανδικά - dúkur, fataefni, klút, klæði, dúk, klút til
- ύφος στα ισλανδικά - stíl, stíll, Útlit
- ύψιστος στα ισλανδικά - hæsta, hæstu, hæst, mest, mesta
Τυχαίες λέξεις
Ύφεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: samdráttur, samdrætti, lægð, kreppan, efnahagslægðin
Μεταφράσεις: samdráttur, samdrætti, lægð, kreppan, efnahagslægðin