Ύφεση στα ιταλικά

Μετάφραση: ύφεση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crisi, remissione, avvallamento, depressione, assoluzione, recessione, la recessione, di recessione
Ύφεση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύφεση

ύφεση λεξικό, ύφεση 1 1, ύφεση ορισμός, ύφεση 2014, ύφεση στην ελλάδα, ύφεση λεξικό γλώσσας ιταλικά, ύφεση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ύφανση στα ιταλικά - tessitura, di tessitura, tessere, la tessitura, per tessere
  • ύφασμα στα ιταλικά - panno, tessuto, stoffa, tela, panno di
  • ύφος στα ιταλικά - voga, moda, stile, maniera, modo, foggia, in stile, ...
  • ύψιστος στα ιταλικά - estremo, massimo, più alto, più alta, alto, massima
Τυχαίες λέξεις
Ύφεση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: crisi, remissione, avvallamento, depressione, assoluzione, recessione, la recessione, di recessione