Ύφεση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ύφεση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
рецесија, рецесијата, криза
Ύφεση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύφεση

ύφεση λεξικό, ύφεση 1 1, ύφεση ορισμός, ύφεση 2014, ύφεση στην ελλάδα, ύφεση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ύφεση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ύφανση στα σλαβομακεδονικά - ткаење, ткаењето, за ткаење, плетење, ткајачкиот
  • ύφασμα στα σλαβομακεδονικά - крпа, ткаенина, платно, облека, платното
  • ύφος στα σλαβομακεδονικά - стил, стилот, стил на, стилот на
  • ύψιστος στα σλαβομακεδονικά - највисоката, највисок, највисоките, најголем, највисока
Τυχαίες λέξεις
Ύφεση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: рецесија, рецесијата, криза