Ασκητικός στα ισπανικά
Μετάφραση: ασκητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασκητικός
ασκητικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, ασκητικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ασθμαίνω στα ισπανικά - jadear, jadeo, pantalón, las bragas, pant
- ασκητής στα ισπανικά - ermitaño, ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo
- ασκητισμός στα ισπανικά - ascetismo, ascesis, el ascetismo, ascética, la ascesis
- ασκώ στα ισπανικά - perseguir, acosar, ejercer, ejercitar, proseguir, utilizar, ejercicio, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασκητικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo
Μεταφράσεις: ascético, asceta, ascética, ascéticos, ascetismo