Έγκλιση στα ιταλικά
Μετάφραση: έγκλιση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
umore, modo, stato d'animo, animo, d'animo, l'umore
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έγκλιση
οριστική έγκλιση, έγκλιση προστακτική, μαγνητική έγκλιση, ευκτική έγκλιση, έγκλιση τόνου αρχαία, έγκλιση λεξικό γλώσσας ιταλικά, έγκλιση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- έγκατα στα ιταλικά - profondità, profondo, fondo, abissi, fondali
- έγκλημα στα ιταλικά - crimine, criminalità, delitto, reato, la criminalità
- έγκριση στα ιταλικά - benestare, approvazione, ammissione, omologazione, l'approvazione, all'approvazione, di approvazione
- έγκυος στα ιταλικά - gravida, incinta, di gravidanza, in gravidanza, stato di gravidanza, incinto
Τυχαίες λέξεις
Έγκλιση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: umore, modo, stato d'animo, animo, d'animo, l'umore
Μεταφράσεις: umore, modo, stato d'animo, animo, d'animo, l'umore