Απόκτηση στα ιταλικά

Μετάφραση: απόκτηση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acquisto, apprendimento, acquisizione, di acquisizione, all'acquisizione, dell'acquisizione
Απόκτηση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόκτηση

απόκτηση πτυχίου ραδιοερασιτέχνη, απόκτηση ελληνικής υπηκοότητας, απόκτηση isbn, απόκτηση αμκα, απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, απόκτηση λεξικό γλώσσας ιταλικά, απόκτηση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • απόκρυψη στα ιταλικά - repressione, soppressione, occultamento, dissimulazione, nascondimento, l'occultamento, nascondiglio
  • απόκτημα στα ιταλικά - acquisto, apprendimento, acquisizione, di acquisizione, all'acquisizione, dell'acquisizione
  • απόλαυση στα ιταλικά - delizia, gioia, piacere, diletto, delight
  • απόλυση στα ιταλικά - rinvio, licenziamento, il licenziamento, di licenziamento, revoca, rigetto
Τυχαίες λέξεις
Απόκτηση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: acquisto, apprendimento, acquisizione, di acquisizione, all'acquisizione, dell'acquisizione