Δέρμα στα ιταλικά

Μετάφραση: δέρμα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cute, epidermide, pelle, buccia, sbucciare, la pelle, della pelle, skin
Δέρμα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέρμα

δέρμα νάπα, δέρμα βακέτα, δέρμα τελατίνι, δέρμα με το μέτρο, δέρμα σαμουά, δέρμα λεξικό γλώσσας ιταλικά, δέρμα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • δένω στα ιταλικά - vincolare, cravatta, impegnare, vincolo, legare, annodare, addensare, ...
  • δέος στα ιταλικά - sgomento, paura, soggezione, timore, awe, stupore, timore reverenziale
  • δέρνω στα ιταλικά - ritmo, battere, battuta, picchiare, battito, bastonare, sconfiggere, ...
  • δέσιμο στα ιταλικά - rilegatura, legatura, legando, legare, vincolare, vendita abbinata
Τυχαίες λέξεις
Δέρμα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cute, epidermide, pelle, buccia, sbucciare, la pelle, della pelle, skin