Δέρμα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δέρμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кожа, кожата, на кожата, с кожата, за кожата
Δέρμα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δέρμα

δέρμα νάπα, δέρμα βακέτα, δέρμα τελατίνι, δέρμα με το μέτρο, δέρμα σαμουά, δέρμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δέρμα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δένω στα βουλγαρικά - съцветие, подпирам, грозд, бандаж, укрепявам
  • δέος στα βουλγαρικά - страх, страхопочитание, благоговение, внушаващ, възхищение
  • δέρνω στα βουλγαρικά - шибам, бият, шиба, биете, бия с камшик
  • δέσιμο στα βουλγαρικά - връзване, обвързването, обвързване, обвързващия, изравнителния
Τυχαίες λέξεις
Δέρμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кожа, кожата, на кожата, с кожата, за кожата