Διαφημιστικός στα ιταλικά

Μετάφραση: διαφημιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pubblicità, pubblicitaria, la pubblicità, pubblicitario, pubblicitari
Διαφημιστικός στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφημιστικός

διαφημιστικός προυπολογισμός, διαφημιστικός πυλώνας, διαφημιστικός αναπτήρας, διαφημιστικός οίκος αφροδίτη, διαφημιστικός χώρος, διαφημιστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, διαφημιστικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διαφεύγω στα ιταλικά - schivare, fuga, di fuga, escape, evasione, fuggire
  • διαφημίζω στα ιταλικά - annunziare, pubblicizzare, pubblicità, advertise, pubblicizzala, inseriere
  • διαφθείρω στα ιταλικά - depravare, deprave, corrompere, depravazione
  • διαφθορά στα ιταλικά - corruzione, la corruzione, danneggiamento, alla corruzione, di corruzione
Τυχαίες λέξεις
Διαφημιστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pubblicità, pubblicitaria, la pubblicità, pubblicitario, pubblicitari