Διαφημιστικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: διαφημιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рекламний, реклама, рекламування, реклами
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφημιστικός
διαφημιστικός προυπολογισμός, διαφημιστικός πυλώνας, διαφημιστικός αναπτήρας, διαφημιστικός οίκος αφροδίτη, διαφημιστικός χώρος, διαφημιστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαφημιστικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διαφεύγω στα ουκρανικά - уникніть, уникати, вислизати, уникнути, ухилятися, втечу, втеча, ...
- διαφημίζω στα ουκρανικά - повідомити, повідомляти, оголошувати, оповістити, рекламувати, рекламуватиме, рекламуватимуть
- διαφθείρω στα ουκρανικά - розбестити, підкупити, недостовірний, розбещувати, розбещуватимуть, розбещує, розбещуватиме
- διαφθορά στα ουκρανικά - викривлення, продажність, гниття, перекручення, запроданство, корупція
Τυχαίες λέξεις
Διαφημιστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рекламний, реклама, рекламування, реклами
Μεταφράσεις: рекламний, реклама, рекламування, реклами