Επιβολή στα ιταλικά

Μετάφραση: επιβολή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
attuazione, applicazione, esecuzione, l'esecuzione, l'applicazione, dell'esecuzione
Επιβολή στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβολή

επιβολή προστίμου, επιβολή φόρου πολυτελούσ διαβίωσησ, επιβολή κυρώσεων σε μαθητές, επιβολή ποινών σε μαθητές, επιβολή συνώνυμα, επιβολή λεξικό γλώσσας ιταλικά, επιβολή στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • επιβλαβής στα ιταλικά - avverso, dannoso, nocivo, dannose, nocivi, dannosi
  • επιβλητικός στα ιταλικά - dignitoso, imponente, imporre, imponendo, che impone, imponenti
  • επιβραδύνω στα ιταλικά - allentare, ritardare, ritardo, di ritardo, ritardato, ritardano
  • επιγράφω στα ιταλικά - iscrivere, inscrivere, scrivere, incidere, inserirli
Τυχαίες λέξεις
Επιβολή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: attuazione, applicazione, esecuzione, l'esecuzione, l'applicazione, dell'esecuzione