Κατακλύζομαι στα ιταλικά
Μετάφραση: κατακλύζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bombardare, diluvio, a diluvio, deluge, caterva, diluvio di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακλύζομαι
κατακλύζομαι συνώνυμα, κατακλύζομαι συνώνυμο, κατακλύζομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, κατακλύζομαι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κατακεραυνώνω στα ιταλικά - appassire, katakerafnono
- κατακλυσμός στα ιταλικά - allagare, alluvione, inondare, dilagare, inondazione, diluvio, cataclisma, ...
- κατακλύζω στα ιταλικά - alluvione, imballare, branco, banda, imballaggio, allagare, piena, ...
- κατακρίνω στα ιταλικά - censura, disapprovazione, criticare, biasimo, biasimare, disapprovare, critica, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατακλύζομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: bombardare, diluvio, a diluvio, deluge, caterva, diluvio di
Μεταφράσεις: bombardare, diluvio, a diluvio, deluge, caterva, diluvio di