Κατακλύζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατακλύζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бомбардуйте, потоп, повінь
Κατακλύζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατακλύζομαι

κατακλύζομαι συνώνυμα, κατακλύζομαι συνώνυμο, κατακλύζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατακλύζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατακεραυνώνω στα ουκρανικά - лозина, katakerafnono
  • κατακλυσμός στα ουκρανικά - реабілітувати, злива, катаклізм, катастрофу, катаклизм
  • κατακλύζω στα ουκρανικά - розлиття, пака, бомбардуйте, розлив, короб, повідь, повінь, ...
  • κατακρίνω στα ουκρανικά - осуд, осудження, догану, осуджування, догана, гудити, засуджувати, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατακλύζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бомбардуйте, потоп, повінь