Κοινός στα ιταλικά

Μετάφραση: κοινός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ordinario, giuntura, banale, pubblico, consueto, spinello, comune, abituale, articolazione, solito, comuni, comune di
Κοινός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοινός

κοινός τόπος, κοινός νους, κοινός παρονομαστής, κοινός λογαριασμός κατάσχεση, κοινός λογαριασμός, κοινός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κοινός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κοινωνικός στα ιταλικά - sociale, socievole, sociali, social
  • κοινόβιο στα ιταλικά - comune, prioria, Priory, priorato, convento, priorato di
  • κοινότητα στα ιταλικά - comunità, community, community di, comunità di, della comunità
  • κοινότυπος στα ιταλικά - banale, trito, trita, banali, trite
Τυχαίες λέξεις
Κοινός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ordinario, giuntura, banale, pubblico, consueto, spinello, comune, abituale, articolazione, solito, comuni, comune di