Λογοκλοπή στα ιταλικά
Μετάφραση: λογοκλοπή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
plagio, il plagio, di plagio, plagi, plagiarism
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογοκλοπή
λογοκλοπή ορισμός, λογοκλοπή λογισμικό, λογοκλοπή εαπ, λογοκλοπή νομοθεσία, λογοκλοπή απθ, λογοκλοπή λεξικό γλώσσας ιταλικά, λογοκλοπή στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λογιστική στα ιταλικά - contabilità, contabile, contabili, di contabilità, contabilizzazione
- λογιστικός στα ιταλικά - contabilità, contabile, contabili, di contabilità, contabilizzazione
- λογοκλόπος στα ιταλικά - plagiarist, plagiario, plagiarista, plagiatore, plagio
- λογοκρίνω στα ιταλικά - censore, censura, censurare, censor, censore di
Τυχαίες λέξεις
Λογοκλοπή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: plagio, il plagio, di plagio, plagi, plagiarism
Μεταφράσεις: plagio, il plagio, di plagio, plagi, plagiarism