Ντουλάπι στα ιταλικά

Μετάφραση: ντουλάπι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
armadio, armadietto, credenza, armadio a muro, dispensa
Ντουλάπι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντουλάπι

ντουλάπι μπάνιου κρεμαστό, ντουλάπι μπάνιου με καθρέφτη, ντουλάπι τοίχου, ντουλάπι μπάνιου, ντουλάπι εξωτερικού χώρου, ντουλάπι λεξικό γλώσσας ιταλικά, ντουλάπι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ντουέτο στα ιταλικά - duetto, duo, duet, duetto di
  • ντουλάπα στα ιταλικά - vestiario, armadio, guardaroba, ripostiglio, nell'armadio, closet
  • ντους στα ιταλικά - doccia, acquazzone, rovescio, di doccia, la doccia, pioggia
  • ντροπή στα ιταλικά - pudore, onta, obbrobrio, vergogna, disonore, vituperio, peccato, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντουλάπι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: armadio, armadietto, credenza, armadio a muro, dispensa