Ντουλάπι στα πολωνικά

Μετάφραση: ντουλάπι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szafka, bufet, sklep, pracownia, wydział, szafa ścienna, ścienna, Szafa, cupboard
Ντουλάπι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντουλάπι

ντουλάπι μπάνιου κρεμαστό, ντουλάπι μπάνιου με καθρέφτη, ντουλάπι τοίχου, ντουλάπι μπάνιου, ντουλάπι εξωτερικού χώρου, ντουλάπι λεξικό γλώσσας πολωνικά, ντουλάπι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ντουέτο στα πολωνικά - duet, dukt, kanał, wentylatora, przewód, duecie, duetu, ...
  • ντουλάπα στα πολωνικά - kostiumernia, szafa, garderoba, schowek, gabinet, szafka, closet
  • ντους στα πολωνικά - przelotność, ulewa, wylew, natrysk, prysznic, prysznicem, prysznicowa, ...
  • ντροπή στα πολωνικά - szkoda, zawstydzać, srom, wstyd, hańba, wstydzić, kompromitacja, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντουλάπι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szafka, bufet, sklep, pracownia, wydział, szafa ścienna, ścienna, Szafa, cupboard