Ομιλητής στα ιταλικά
Μετάφραση: ομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
altoparlante, oratore, speaker, diffusore, altoparlanti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομιλητής
ομιλητής μετάφραση, φυσικός ομιλητής, γηγενής ομιλητής, ιδανικός ομιλητής, ομιλητής en francais, ομιλητής λεξικό γλώσσας ιταλικά, ομιλητής στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ομελέτα στα ιταλικά - frittata, omelette, frittata di, la frittata, frittate
- ομιλία στα ιταλικά - colloquio, predica, favellare, parlare, discorso, conferenza, discorrere, ...
- ομιλητικός στα ιταλικά - verboso, loquace, linguacciuto, discorsivo, conversazione, colloquiale, conversazionale, ...
- ομιχλώδης στα ιταλικά - nebbioso, nebbiosa, nebbia, di nebbia, foggy
Τυχαίες λέξεις
Ομιλητής στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: altoparlante, oratore, speaker, diffusore, altoparlanti
Μεταφράσεις: altoparlante, oratore, speaker, diffusore, altoparlanti