Ομιλητής στα τούρκικα
Μετάφραση: ομιλητής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sözcü, spiker, konuşmacı, hoparlör, hoparlörü, hoparlörlü, hoparlörün
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομιλητής
ομιλητής μετάφραση, φυσικός ομιλητής, γηγενής ομιλητής, ιδανικός ομιλητής, ομιλητής en francais, ομιλητής λεξικό γλώσσας τούρκικα, ομιλητής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ομελέτα στα τούρκικα - omlet, omelette, bir omlet
- ομιλία στα τούρκικα - görüşme, konferans, konuşma, sohbet, konuşması, ses, konuşmanın
- ομιλητικός στα τούρκικα - konuşkan, konuşma, sohbet, konuşmaya, etkileşimli
- ομιχλώδης στα τούρκικα - belirsiz, sisli, bulanık, foggy, sisli bir, puslu
Τυχαίες λέξεις
Ομιλητής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sözcü, spiker, konuşmacı, hoparlör, hoparlörü, hoparlörlü, hoparlörün
Μεταφράσεις: sözcü, spiker, konuşmacı, hoparlör, hoparlörü, hoparlörlü, hoparlörün