Πεύκο στα ιταλικά
Μετάφραση: πεύκο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
languire, pino, di pino, pini, di pini, pine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεύκο
πεύκο μελίσσια, πεύκο καλαβρύτων, πεύκο κλάδεμα, πεύκο στα αγγλικά, πεύκο σε γλάστρα, πεύκο λεξικό γλώσσας ιταλικά, πεύκο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πετυχημένος στα ιταλικά - di successo, successo, riuscita, riuscito, con successo
- πετώ στα ιταλικά - buttare, zampillo, avventare, gettare, getto, lanciare, tiro, ...
- πηγάδι στα ιταλικά - pozzo, sorgente, bene, fontana, bello, buono, bravo, ...
- πηγή στα ιταλικά - origine, sorgente, fontana, fonte, provenienza, fonte di, di origine
Τυχαίες λέξεις
Πεύκο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: languire, pino, di pino, pini, di pini, pine
Μεταφράσεις: languire, pino, di pino, pini, di pini, pine