Πεύκο στα ουκρανικά

Μετάφραση: πεύκο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щипання, дурисвіт, сосна
Πεύκο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεύκο

πεύκο μελίσσια, πεύκο καλαβρύτων, πεύκο κλάδεμα, πεύκο στα αγγλικά, πεύκο σε γλάστρα, πεύκο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πεύκο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πετυχημένος στα ουκρανικά - щасливий, удалий, вдалий, удачливий, успішний, найуспішніший, успішна
  • πετώ στα ουκρανικά - розвантажувати, жбурнути, звалище, підганяти, сіпання, розсердитися, жбурляти, ...
  • πηγάδι στα ουκρανικά - небо, добре, гарно
  • πηγή στα ουκρανικά - почало, резервуар, ключ, джерельце, започаткувало, джерело, фонтан, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεύκο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: щипання, дурисвіт, сосна