Πολυάσχολος στα ιταλικά

Μετάφραση: πολυάσχολος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
febbrile, molto occupato, molto affollato, molto affollata, molto trafficata, molto impegnato
Πολυάσχολος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολυάσχολος

πολυάσχολος συνώνυμο, πολυάσχολος συνώνυμα, πολυάσχολος λεξικό γλώσσας ιταλικά, πολυάσχολος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πολτός στα ιταλικά - polpa, pappa, pasta di, polpa di, cellulosa, pasta di legno
  • πολυάριθμος στα ιταλικά - numeroso, numerosi, numerose, numerosa, molteplici
  • πολυδάπανος στα ιταλικά - costoso, costosa, costosi, costose, oneroso
  • πολυειδής στα ιταλικά - molteplice, vario, multiforme, molteplici, multifarious, eterogeneo
Τυχαίες λέξεις
Πολυάσχολος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: febbrile, molto occupato, molto affollato, molto affollata, molto trafficata, molto impegnato