Πρωταρχικός στα ιταλικά
Μετάφραση: πρωταρχικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
capitale, principale, essenziale, primario, precipuo, primaria, primarie, elementare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωταρχικός
πρωταρχικός αριθμός, πρωταρχικός συνώνυμο, πρωταρχικόσ συνώνυμα, πρωταρχικόσ παράγοντασ, πρωταρχικός στόχος ενός συστήματος αξιολόγησης, πρωταρχικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, πρωταρχικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πρωταγωνιστής στα ιταλικά - asterisco, astro, stelletta, stella, protagonista, protagonisti
- πρωταθλητής στα ιταλικά - fuoriclasse, campione, paladino, campione del, campione di, campionessa, il campione
- πρωτεία στα ιταλικά - primato, supremazia, preminenza, il primato, prevalenza
- πρωτεύουσα στα ιταλικά - capitale, metropoli, capitali, di capitale, del capitale, capitale di
Τυχαίες λέξεις
Πρωταρχικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: capitale, principale, essenziale, primario, precipuo, primaria, primarie, elementare
Μεταφράσεις: capitale, principale, essenziale, primario, precipuo, primaria, primarie, elementare