Πρωταρχικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πρωταρχικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
orgulho, básico, preliminar, primário, primária, principal, primários
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωταρχικός
πρωταρχικός αριθμός, πρωταρχικός συνώνυμο, πρωταρχικόσ συνώνυμα, πρωταρχικόσ παράγοντασ, πρωταρχικός στόχος ενός συστήματος αξιολόγησης, πρωταρχικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πρωταρχικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πρωταγωνιστής στα πορτογαλικά - grampo, astro, mestre, estrela, protagonista, protagonist, protagonistas, ...
- πρωταθλητής στα πορτογαλικά - campeão, campeão do, campeã, campeão de, campeão dos
- πρωτεία στα πορτογαλικά - primazia, primado, a primazia, supremacia, prioridade
- πρωτεύουσα στα πορτογαλικά - capital, fundos, importante, de capital, capitais, capital de, o capital
Τυχαίες λέξεις
Πρωταρχικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: orgulho, básico, preliminar, primário, primária, principal, primários
Μεταφράσεις: orgulho, básico, preliminar, primário, primária, principal, primários