Πρωταρχικός στα τούρκικα
Μετάφραση: πρωταρχικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
esas, birincil, primer, temel, ana, ilköğretim
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρωταρχικός
πρωταρχικός αριθμός, πρωταρχικός συνώνυμο, πρωταρχικόσ συνώνυμα, πρωταρχικόσ παράγοντασ, πρωταρχικός στόχος ενός συστήματος αξιολόγησης, πρωταρχικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, πρωταρχικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πρωταγωνιστής στα τούρκικα - yıldız, usta, kahraman, kahramanı, kahramanın, protagonist, başrol oyuncusu
- πρωταθλητής στα τούρκικα - şampiyon, şampiyonu, Champion, şampiyonudur, şampiyonu olan
- πρωτεία στα τούρκικα - öncelik, önceliği, üstünlüğü, üstünlük, primacy
- πρωτεύουσα στα τούρκικα - anamal, kapital, sermaye, başkenti, sermayesi, sermayenin
Τυχαίες λέξεις
Πρωταρχικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: esas, birincil, primer, temel, ana, ilköğretim
Μεταφράσεις: esas, birincil, primer, temel, ana, ilköğretim