Σαν στα ιταλικά

Μετάφραση: σαν, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
così, amare, simile, piacere, da, gradire, quale, poiché, quando, come, uguale, giacché, piace, come il
Σαν στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαν

σαν αντρεας, σαν τον καραγκιοζη, σαν δεν ντρεπεσαι, σαν σταρ του σινεμα, σαν σημερα, σαν λεξικό γλώσσας ιταλικά, σαν στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • σαμποτάρω στα ιταλικά - sabotare, sabotaggio, sabotaggi, il sabotaggio, di sabotaggio, un sabotaggio
  • σαμπουάν στα ιταλικά - shampoo, sciampo, lo shampoo, di shampoo, shampoo per
  • σανίδα στα ιταλικά - bordo, commissione, asse, tabellone, tavola, quadro, plancia, ...
  • σανίδωμα στα ιταλικά - tavolato, fasciame, planking, planking del, fasciame di
Τυχαίες λέξεις
Σαν στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: così, amare, simile, piacere, da, gradire, quale, poiché, quando, come, uguale, giacché, piace, come il