Σαν στα ουκρανικά

Μετάφραση: σαν, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тому, принадний, бо, коли, оскільки, як, хвости, так
Σαν στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαν

σαν αντρεας, σαν τον καραγκιοζη, σαν δεν ντρεπεσαι, σαν σταρ του σινεμα, σαν σημερα, σαν λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σαν στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σαμποτάρω στα ουκρανικά - саботаж, саботувати, диверсія
  • σαμπουάν στα ουκρανικά - шампунь
  • σανίδα στα ουκρανικά - пансіон, стіл, правління, пораду, бортик, рада, дошка, ...
  • σανίδωμα στα ουκρανικά - дошки, тезаврування, накопичення, тезаврація, взяти, можна взяти
Τυχαίες λέξεις
Σαν στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тому, принадний, бо, коли, оскільки, як, хвости, так