Σκοτώνω στα ιταλικά
Μετάφραση: σκοτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assassinio, ammazzare, assassinare, omicidio, uccidere, slay, uccidono, ammazza
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτώνω
όνειρο σκοτώνω, σκοτώνω δάντης στίχοι, σκοτώνω συνώνυμα, σκοτώνω δάντης, σκοτώνω ονειροκρίτης, σκοτώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, σκοτώνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σκοτεινός στα ιταλικά - astruso, scuro, imbronciato, ermetico, offuscare, recondito, buio, ...
- σκοτσέζος στα ιταλικά - scozzese, Scottish, scozzesi, Scozia
- σκουντουφλώ στα ιταλικά - intoppare, incespicare, inciampare, Stumble, inciampo, passo falso, inciampata
- σκουντώ στα ιταλικά - gomitata, Nudge, MMS virtuale, spinta
Τυχαίες λέξεις
Σκοτώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: assassinio, ammazzare, assassinare, omicidio, uccidere, slay, uccidono, ammazza
Μεταφράσεις: assassinio, ammazzare, assassinare, omicidio, uccidere, slay, uccidono, ammazza