Σύριγγα στα ιταλικά
Μετάφραση: σύριγγα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
siringa, la siringa, della siringa, siringhe, siringa di
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύριγγα
σύριγγα ονειροκρίτης, σύριγγα αυτιού, σύριγγα alexander, σύριγγα ζαχαροπλαστικής, σύριγγα αναρρόφησης λαδιού, σύριγγα λεξικό γλώσσας ιταλικά, σύριγγα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σύντομος στα ιταλικά - breve, presto, compendio, prossimamente, succinto, riassunto, brevi, ...
- σύντροφος στα ιταλικά - partner, socio, compagno, guidata, compagna, compagno di, accompagnatore
- σύρμα στα ιταλικά - cavo, filo, fili, filo di, legare
- σύρομαι στα ιταλικά - strisciare, strisciamento, scorrimento, lenta, al creep, di scorrimento
Τυχαίες λέξεις
Σύριγγα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: siringa, la siringa, della siringa, siringhe, siringa di
Μεταφράσεις: siringa, la siringa, della siringa, siringhe, siringa di