Σύριγγα στα λιθουανικά
Μετάφραση: σύριγγα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
švirkštas, švirkšte, švirkštą, švirkšto, švirkštų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύριγγα
σύριγγα ονειροκρίτης, σύριγγα αυτιού, σύριγγα alexander, σύριγγα ζαχαροπλαστικής, σύριγγα αναρρόφησης λαδιού, σύριγγα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σύριγγα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σύντομος στα λιθουανικά - trumpas, anksti, trumpai, trumpa, trumpą, glaustai
- σύντροφος στα λιθουανικά - sutuoktinis, partneris, draugas, kompanionas, palydovas, companion
- σύρμα στα λιθουανικά - laidas, viela, telegrama, vielos, wire, laidai
- σύρομαι στα λιθουανικά - lįsti, šliaužti, slinkti, valkšnumas, šliaužimas, ropoti, lervoti
Τυχαίες λέξεις
Σύριγγα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: švirkštas, švirkšte, švirkštą, švirkšto, švirkštų
Μεταφράσεις: švirkštas, švirkšte, švirkštą, švirkšto, švirkštų