Τροχόσπιτο στα ιταλικά
Μετάφραση: τροχόσπιτο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
roulotte, carovana, caravan, Area per, per campeggiatori
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροχόσπιτο
τροχόσπιτο - τροχοβίλα, τροχόσπιτο μεταχειρισμένο, τροχόσπιτο fendt platin 650 tfd, τροχόσπιτο κύπρος, τροχόσπιτο caretta, τροχόσπιτο λεξικό γλώσσας ιταλικά, τροχόσπιτο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τροχοπεδώ στα ιταλικά - freno, frenare, del freno, freni, freno di, dei freni
- τροχός στα ιταλικά - forare, trapano, trivella, bicicletta, ruota, volante, ruote, ...
- τρούλος στα ιταλικά - cupola, dome, a cupola, cupola di, della cupola
- τρούφα στα ιταλικά - tartufo, al tartufo, tartufi, di tartufo, del tartufo
Τυχαίες λέξεις
Τροχόσπιτο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: roulotte, carovana, caravan, Area per, per campeggiatori
Μεταφράσεις: roulotte, carovana, caravan, Area per, per campeggiatori