Ακούω στα κροατικά
Μετάφραση: ακούω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
poslušati, slušati, čuti, čujemo, čuj, čuo, saslušati, slušanje, slušajte, slušaju
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακούω
ακούω φωνές, ακούω βερεσέ, ακούω κλίση, ακούω την αγάπη, ακούω τουρμπίνες, ακούω λεξικό γλώσσας κροατικά, ακούω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ακουστικός στα κροατικά - žir, zvukovni, auditorij, gledalište, slušateljstvo, čujni, zvučni, ...
- ακούσιος στα κροατικά - nenamjeran, nehotičan, prisilno, nedobrovoljno, prisilni
- ακράδαντα στα κροατικά - snažno, jako, čvrsto, izrazito, je snažno
- ακρίβεια στα κροατικά - oštrina, točnost, preciznost, urednost, točnosti
Τυχαίες λέξεις
Ακούω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: poslušati, slušati, čuti, čujemo, čuj, čuo, saslušati, slušanje, slušajte, slušaju
Μεταφράσεις: poslušati, slušati, čuti, čujemo, čuj, čuo, saslušati, slušanje, slušajte, slušaju