Ακούω στα τούρκικα
Μετάφραση: ακούω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dinlemek, duymak, dinle, dinleyebilirsiniz, dinleyin, dinleme
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακούω
ακούω φωνές, ακούω βερεσέ, ακούω κλίση, ακούω την αγάπη, ακούω τουρμπίνες, ακούω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ακούω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ακουστικός στα τούρκικα - işitsel, işitme, kulak
- ακούσιος στα τούρκικα - istemsiz, istem dışı, gönülsüz, zorunlu, istemdışı
- ακράδαντα στα τούρκικα - şiddetle, kuvvetle, güçlü, güçlü bir, kuvvetli
- ακρίβεια στα τούρκικα - kesinlik, doğruluk, doğruluğu, hassasiyeti, hassasiyet, doğruluğunu
Τυχαίες λέξεις
Ακούω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dinlemek, duymak, dinle, dinleyebilirsiniz, dinleyin, dinleme
Μεταφράσεις: dinlemek, duymak, dinle, dinleyebilirsiniz, dinleyin, dinleme