Ακούω στα ουγγρικά
Μετάφραση: ακούω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hallgat, hallgatni, figyelj, meghallgatni, hallgassa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακούω
ακούω φωνές, ακούω βερεσέ, ακούω κλίση, ακούω την αγάπη, ακούω τουρμπίνες, ακούω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ακούω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ακουστικός στα ουγγρικά - halló, hallási, hallható, hallókészülék, füli, akusztikai, kiáramló, ...
- ακούσιος στα ουγγρικά - önkéntelen, akaratlan, kényszerű, nem szándékos, nem önkéntes
- ακράδαντα στα ουγγρικά - erősen, határozottan, erőteljesen, nyomatékosan, erős
- ακρίβεια στα ουγγρικά - pontosság, pontosságát, pontossága, pontossággal, pontosságának
Τυχαίες λέξεις
Ακούω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hallgat, hallgatni, figyelj, meghallgatni, hallgassa
Μεταφράσεις: hallgat, hallgatni, figyelj, meghallgatni, hallgassa