Βάρβαρος στα κροατικά
Μετάφραση: βάρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
surov, urođenik, divlja, divljak, divljački, barbarin, barbar, barbara
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάρβαρος
βάρβαρος συνώνυμα, όσιοσ βάρβαροσ, ευγενής βάρβαρος, άγιος βάρβαρος, φυτό βάρβαρος, βάρβαρος λεξικό γλώσσας κροατικά, βάρβαρος στα κροατικά
Μεταφράσεις
- βάναυσος στα κροατικά - vulgaran, grub, običan, prost, nasilnik, huligan, siledžija, ...
- βάπτισμα στα κροατικά - krštenje, krštenja, krst, baptizam
- βάρκα στα κροατικά - čaklja, lađi, kaić, parobrod, barka, brod, čamac, ...
- βάρος στα κροατικά - punjenje, opteretiti, teg, značaj, vrijednost, vaganje, težina, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάρβαρος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: surov, urođenik, divlja, divljak, divljački, barbarin, barbar, barbara
Μεταφράσεις: surov, urođenik, divlja, divljak, divljački, barbarin, barbar, barbara