Επιδοκιμάζω στα λατινικά

Μετάφραση: επιδοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
probo
Επιδοκιμάζω στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδοκιμάζω

επιδοκιμάζω λεξικο, επιδοκιμάζω προταση, επιδοκιμάζω σημασια, επιδοκιμάζω συνώνυμο, επιδοκιμάζω συνώνυμα, επιδοκιμάζω λεξικό γλώσσας λατινικά, επιδοκιμάζω στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • επιδιώκω στα λατινικά - pergo
Τυχαίες λέξεις
Επιδοκιμάζω στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: probo